Άκρα παντού ησυχία– και τηνέ περισσεύουν τα συντρεχούμενα νερά γύρω απ' τη βρύση κ' οι πανσέδες, που απόψε ουδέ στιγμή σαλεύουν· και το κορίτσι που έπιασε να τους ποτίση. Aνήξερη θωριά στα μάτια με γελάει, κι' αφή, γλυκοπερπάτητη διπλά απ' τις άλλες· πότε, στάλα· και πότε, θάλασσα– και πάει: μια, στάλα· και μια, θάλασσας μαβειές αγκάλες, ανήξερος πανσές, μέσα στην πάσα ειρήνη, χαίρεται, αναίσθητος, του πλάστη του το κρίμα· και το γειτονικό τ' αγέρι οπού τον ντύνει, στον ίσκιο το τυλίγει απ' το δικό του εντύμα, το εντύμα του όλο στάλες, μια μέσα στην άλλη, κ' ίσκιωμα γαλανό στου γαλανού τη μέση, απ' το λιλά και σ' άλλο πιο λιλά, και πάλι – του παγωνιού φτερά σα νάθελε φορέσει. Σφιχτοκρατούμενος στης ρίζας του το χώμα –κι' όσο τον βλέπω, στο είναι του– νά, που μου μοιάζει! Σα να μ' ακούη με το είναι του, κι' ωσάν, ακόμα, με τα γαλάζια μάτια του να με σκεπάζη... K' έρχεται, το λουλούδι, έρχεται και με σμείγει –κ' είναι σα να το μέλλη και να μη το μέλλη– στα μαβειά του με ντύνει, με περιτυλίγει, στ' αξέβαφα μαβειά με ντύνει, και με θέλει. Tο φύλλο κατά μέσα στην καρδιά του κλίνει κι' αγάλια, με χωρεί κ' εμένα, ολίγο-ολίγο· στα μάτια του τ' ανήξερα με καταπίνει – και στους πανσέδες μέσα, ένας πανσές ανοίγω. (από το Eπιλογή απ' τα Ποιήματα, Eρμής 1996) |
||||||
Ποίημα Eρωτικό -Τέλλος Άγρας
| ||||||
Σάββατο 27 Απριλίου 2024
Τέλλος Αγρας - Τρία Ποιήματα
Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024
Nα θέλεις λίγα: θα τα έχεις όλα -Φερνάντο Πεσσόα
Τίποτε να μη θέλεις: θα είσαι ελεύθερος.
Ο ίδιος ο έρωτας που νιώθουν
Για μας, μας απαιτεί, μας καταπιέζει.
Για να είσαι μεγάλος, να είσαι ακέραιος: Τίποτε
Δικό σου να μην υπερβάλλεις ή να μη διαγράφεις.
Να είσαι όλα σε κάθε πράγμα. Να βάζεις όσα είσαι
Και στο ελάχιστο που κάνεις.
Έτσι σε κάθε λίμνη ολόκληρη η σελήνη
Λάμπει, γιατί ζει ψηλά.
Αναρίθμητοι ζουν μέσα μας.
Αν σκέφτομαι ή αν νιώθω, αγνοώ
Ποιος μέσα μου σκέφτεται ή νιώθει.
Είμαι μονάχα ο τόπος
Όπου νιώθουν ή σκέφτονται.
Έχω περισσότερες από μια ψυχές.
Υπάρχουν περισσότερα εγώ απ’ το ίδιο το εγώ μου.
Υπάρχω ωστόσο
Αδιάφορος για όλους,
Τους κάνω να σιωπούν: εγώ μιλάω.
Οι διασταυρωμένες παρορμήσεις
Όσων νιώθω ή δεν νιώθω
Πολεμούν μες σ’ αυτόν που είμαι.
Τις αγνοώ. Τίποτε δεν υπαγορεύουν
Σ’ αυτόν που γνωρίζω ότι είμαι: εγώ γράφω.
Ο θεός Παν δεν πέθανε,
Σε κάθε κάμπο που δείχνει
Στα χαμόγελα του Απόλλωνα
Τα γυμνά στήθη της Δήμητρας —
Αργά ή γρήγορα θα δείτε
Να εμφανίζεται εκεί
Ο θεός Παν, ο αθάνατος.
Όχι δε σκότωσε άλλους θεούς
Ο θλιμμένος χριστιανός θεός.
Ο Χριστός είναι ένας ακόμη θεός,
Ίσως ένας που έλειπε.
Ο Παν συνεχίζει να δίνει
Τους ήχους απ’ τον αυλό του
Στ’ αυτιά της Δήμητρας
Που καμαρώνει στους κάμπους.
Οι θεοί είναι οι ίδιοι,
Πάντοτε λαμπεροί και γαλήνιοι,
Γεμάτοι από αιωνιότητα
Και περιφρόνηση για μας,
Φέρνοντας τη μέρα και τη νύχτα
Και τις χρυσαφένιες σοδειές
Όχι για να μας δώσουν
Τη μέρα και τη νύχτα και το στάρι
Μα για άλλον και θείο
Τυχαίο σκοπό.
μετάφραση: Ανδρέας Παγουλάτος
-
SEPTEMBER MORNING - By Leonid Afremov Τις μέρες τις γλυκές του Σεπτεμβρίου, όταν δεν έχει ακόμη βρέξει και είναι το άκουσμα των ήχων πιο α...
-
Το Αληθινό Μας Ρούχο Το πιο πολύτιμο ρούχο μας. Το πιο επίσημο ρούχο μας. Το πιο εμφανίσιμο ρούχο μας. Η χλαμύδα μας. Το φράκο μα...
-
Αλέξανδρος Πούσκιν-Αγκάθι Η ψυχή μου είναι τριαντάφυλλο κι είμαι πάνω της αγκάθι… Μην το πείτε και τ` ακούσουνε η καλή μου μην το μάθει… ...