Δώσ’ μου το χέρι σου, αγαπημένη
σήμερα άνθισαν οι μαργαρίτες σου
Είσαι
η αφή των βιβλίων που αγάπησα
οι μουσικές που με ταξίδεψαν
οι ευωδιές που μου χαρίζει το κορμί σου
οι φλύαρα μεστές σιωπηλές εικόνες
που κατακλύζουν τα όνειρά μου
η ζεστασιά που μοιραζόμαστε
τις κάθε φορά μοναδικές αγκαλιασμένες νύχτες
η ουσιώδης σπάνια συντροφιά
στις κακοτράχαλες οδοιπορίες του νου
ο χρόνος που λειαίνει τις αιχμηρές γωνίες μου
η έσχατη πανδαισία των χρωμάτων
όσα δεν μπορούν να ιστορήσουν οι λέξεις
είσαι
Και μην ανησυχείς
πάντοτε θα φροντίζω μη γίνουν όλα λευκά
να μη χαθεί το χρώμα, η ομορφιά
απ’ τις δικές σου μαργαρίτες
Να ξέρεις, θα είμαι κάθε Άνοιξη εκεί
για να τις βλέπω να ανθίζουν
~
από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή, Χάρτινοι απόγονοι, Εκδ. Στίξις
ΑΧΝΑ
Το ποίημα είναι η άχνα της εκπνοής του ποιητή
σ' έναν αρχεόγονο καθρέφτη
όπου χαράζει στίχους με το δάχτυλο
κι όταναφανιστούν από τον άνεμο
βλέπει ολόγυμνο το πρόσωπό του.
[Από την έκδοση]